- κοινότητα
- заедница
Грчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό). 2014.
Грчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό). 2014.
κοινότητα — Όρος που χρησιμοποιείται με πολλές έννοιες, συνηθέστερα ως συνώνυμος της κοινωνίας, της κοινωνικής οργάνωσης και του κοινωνικού συστήματος ή της συλλογικής δραστηριότητας. Ιστορικά καθιερώθηκε και ταυτίστηκε με την έννοια μιας ειδικής εδαφικής… … Dictionary of Greek
κοινότητα — η 1. ένωση ομοεθνών ή των κατοίκων μιας πόλης ή χωριού: Υπάρχουν πολλές ελληνικές κοινότητες στην Αμερική. 2. η κατώτερη βαθμίδα τοπικής αυτοδιοίκησης: Κατάγομαι από την κοινότητα Αροανίας Καλαβρύτων. 3. φρ., «Βουλή των Κοινοτήτων» δηλώνει το ένα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
κοινότητα — κοινότης sharing in common fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αμπελακίων, κοινότητα — Κοινότητα (511 κάτ.) του νομού Λαρίσης, που ανασυστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από την ομώνυμη πρώην κοινότητα, καθώς και την πρώην κοινότητα Τεμπών, η οποία καταργήθηκε. Έδρα της κοινότητας ορίστηκε ο οικισμός Αμπελάκια … Dictionary of Greek
Καλαριτών, κοινότητα — Κοινότητα (223 κάτ.) του νομού Ιωαννίνων, που ανασυστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από την πρώην ομώνυμη κοινότητα. Έδρα της κοινότητας ορίστηκε ο οικισμός Καλαρίτες … Dictionary of Greek
Καλεντζίου, κοινότητα — Κοινότητα (657 κάτ.) του νομού Αχαΐας, που ανασυστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από την πρώην ομώνυμη κοινότητα. Έδρα της κοινότητας ορίστηκε ο οικισμός Καλέντζι … Dictionary of Greek
Καπανδριτίου, κοινότητα — Κοινότητα (2.937 κάτ.) της νομαρχίας Ανατολικής Αττικής που ανασυστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας καιαποτελείται από την πρώην ομώνυμη κοινότητα. Έδρα της κοινότητας ορίστηκε η κωμόπολη Καπανδρίτι … Dictionary of Greek
Καρυάς, κοινότητα — Κοινότητα (1.086 κάτ.) του νομού Λαρίσης που ανασυστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από την πρώην ομώνυμη κοινότητα καθώς και από τις πρώην κοινότητες Κρυόβρυσης και Συκαμινέας, οι οποίες καταργήθηκαν. Έδρα της κοινότητας ορίστηκε … Dictionary of Greek
Καρυών, κοινότητα — Κοινότητα (926 κάτ.) του νομού Λακωνίας που ανασυστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και περιλαμβάνει την πρώην ομώνυμη κοινότητα. Έδρα της κοινότητας ορίστηκε ο οικισμός Καρυές … Dictionary of Greek
Κέχρου, κοινότητα — Κοινότητα (1.558 κάτ.) του νομού Ροδόπης, που ανασυστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και περιλαμβάνει την πρώην ομώνυμη κοινότητα. Έδρα της κοινότητας ορίστηκε ο οικισμός Κέχρος … Dictionary of Greek
Κιμώλου, κοινότητα — Κοινότητα (769 κάτ.) του νομού Κυκλάδων στο νησί Κίμωλος, που ανασυστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και περιλαμβάνει ομώνυμο οικισμό. Στην κοινότητα υπάγονται διοικητικά και τα ακατοίκητα νησιά Άγιος Γεώργιος, Άγιος Ευστάθιος και Πολύαιγος … Dictionary of Greek